Κόδρος
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κόδρος < κυδρός[1] • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κόδρος αρσενικό
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Ευγενία Μαρινάκου, Από τον Κόδρο του Γ. Βιζυηνού στον Κορόιδο του Γ. Σουρή, Νέα Εστία, τεύχος, 1895, σελ. 482