Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κλεόπατρος < κλεό- + • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κλεόπατρος αρσενικό