πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Κιθαιρών οἱ Κιθαιρῶνες
      γενική τοῦ Κιθαιρῶνος τῶν Κιθαιρώνων
      δοτική τῷ Κιθαιρῶν τοῖς Κιθαιρῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Κιθαιρῶν τοὺς Κιθαιρῶνᾰς
     κλητική ! Κιθαιρών Κιθαιρῶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Κιθαιρῶνε
γεν-δοτ τοῖν  Κιθαιρώνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία