Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
Κατηγορία
:
Μεταφραστικά δάνεια (νέα ελληνικά)
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γλώσσα
:
Νέα ελληνικά
»
Ετυμολογία
»
Δανεισμοί
»
Μεταφραστικά δάνεια
«««
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει τις ακόλουθες 29 υποκατηγορίες, από 29 συνολικά.
"
Μεταφραστικά δάνεια από διαγλωσσικούς όρους (νέα ελληνικά)
(14 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από διεθνείς όρους (νέα ελληνικά)
(1 Σ)
'
Μεταφραστικά δάνεια από τα νέα ελληνικά
(1 Κ)
*
Μεταφραστικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
(1 Κ, 3 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια (καθαρεύουσα)
(2 Κ)
Μεταφραστικά δάνεια - τοπωνύμια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
(1 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα μεσαιωνικά λατινικά (νέα ελληνικά)
(6 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα νέα ελληνικά (νέα ελληνικά)
(19 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα νεολατινικά (νέα ελληνικά)
(50 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα υστερολατινικά (νέα ελληνικά)
(4 Σ)
Α
Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
(1 Κ, 2.232 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα αλβανικά (νέα ελληνικά)
(1 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
(1 Σ)
Β
Μεταφραστικά δάνεια από τα βενετικά (νέα ελληνικά)
(3 Σ)
Γ
Μεταφραστικά δάνεια - τοπωνύμια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
(2 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
(1 Κ, 1.853 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
(221 Σ)
Ι
Μεταφραστικά δάνεια από τα ισπανικά (νέα ελληνικά)
(2 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
(37 Σ)
Λ
Μεταφραστικά δάνεια από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
(3 Κ, 18 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα λευκορωσικά (νέα ελληνικά)
(κενή)
Ο
Μεταφραστικά δάνεια από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
(1 Σ)
Π
Μεταφραστικά δάνεια από τα παλαιά γαλλικά (νέα ελληνικά)
(2 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα πολωνικά (νέα ελληνικά)
(1 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια - τοπωνύμια από τα πορτογαλικά (νέα ελληνικά)
(1 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από τα πορτογαλικά (νέα ελληνικά)
(κενή)
Ρ
Μεταφραστικά δάνεια από τα ρωσικά (νέα ελληνικά)
(2 Σ)
Σ
Μεταφραστικά δάνεια από τα σερβοκροατικά (νέα ελληνικά)
(2 Σ)
Μεταφραστικά δάνεια από σλαβικές γλώσσες (νέα ελληνικά)
(κενή)