Κέρος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία- Κέρος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα 1
επεξεργασίαΚέρος θηλυκό, μόνο στον ενικό
- ελληνικό νησί των Κυκλάδων του Αιγαίου Πελάγους
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Κέρος στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Κέρος
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία- Κέρος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα 2
επεξεργασίαΚέρος αρσενικό (θηλυκό Κέρου)