ικανότητα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Μεταφράσεις: ενημέρωση της εμφάνισης |
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου |
||
Γραμμή 4:
:Από το [[ικανός]].
{{-ουσ-|el}}
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} ({{πλ}} : '''ικανότητες''')
# Η δυνατότητα να κάνει κανείς κάτι.
|