δοκάρι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr
Γραμμή 7:
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
# στενό ξύλο και μακρύ για στέγες σπιτιών, πατώματος. Ο δοκός.
# {{λείπει ο ορισμός}}
 
 
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/δοκάρι"