ἁλιευτικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-grc-}}== ==={{ετυμολογία}}=== '''{{PAGENAME}}''' < ἁλιεύω ==={{επίθετο|grc}}=== '''{{PAGENAME}}''' # αυτός που ανήκει ή πρ...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 20:35, 15 Αυγούστου 2015

Αρχαία ελληνικά (grc)

  Ετυμολογία

ἁλιευτικός < ἁλιεύω

  Επίθετο

ἁλιευτικός

  1. αυτός που ανήκει ή προορίζεται για ψάρεμα