καθήκον: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αφαιρείται το γένος από τις μεταφράσεις |
μ Νέο Σύστημα |
||
Γραμμή 1:
=={{
{{el-κλίσ-'μέλλον'|καθήκον|καθηκόν}}
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} τα '''καθήκοντα''' < μετοχή του [[καθήκω]] (είμαι κατάλληλος για κάτι)
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|ka.ˈθi.kɔn}}
==={{
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
# αυτό που οφείλει να πράξει κάποιος, ακολουθώντας γραπτούς ή άγραφους κανόνες, τη συνείδηση ή τη θρησκεία, την κοινωνία, το έθιμο ή τον ηθικό νόμο
Γραμμή 11:
# η [[υπηρεσία]] ενός λειτουργού ή [[δημόσιος|δημόσιο]] [[αξίωμα]]
===={{εκφράσεις}}====
* '''άνθρωπος του καθήκοντος''' : αυτός που εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του, θέτοντάς τις πάνω από τις προσωπικές του επιθυμίες
* '''απαλλάσσω/απομακρύνω κάποιον από τα καθήκοντά του''' : [[απολύω]], απομακρύνω κάποιον από δημόσιο αξίωμα
Γραμμή 18:
* '''[[υπέρβαση]] καθηκόντων''' : για τις περιπτώσεις που ένας [[υπάλληλος]] ή μια υπηρεσία οικειοποιείται κάποια εξουσία, η οποία δεν εμπίπτει τις επίσημες δικαιοδοσίες του/της
===={{συγγενικά}}====
* [[καθηκοντολογία]]
* [[καθηκοντολόγιο]]
* [[καθηκόντως]]
===={{συνώνυμα}}====
* [[υποχρέωση]]
* [[χρέος]]
===={{σύνθετα}}====
* [[καθηκοντολογία]]
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|duty}}
|