βδέλλα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους |
μ Νέο Σύστημα |
||
Γραμμή 1:
=={{
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[#Αρχαία ελληνικά (grc)|βδέλλα]], ομόρριζο με το ρήμα [[βδάλλω]] (απομυζώ, βυζαίνω)
==={{
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}}
# {{ζωολ}} μικρό [[σκουληκάκι]] που ζει προσκολλημένο σε άλλα ζώα (συνήθως [[θηλαστικά]]) και τρέφεται [[πίνω|πίνοντας]] [[αίμα]]. Ανάλογα με τη ράτσα, ζει σε γλυκό η αλμυρό νερό.
# {{μτφρ}} κάποιος που επιβάλλει αδιάκριτα την παρουσία του ή που ζει εις βάρος κάποιου άλλου
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|leech}}
Γραμμή 23:
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ja}} : {{τ|ja|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ia}} : {{τ|
<!-- * {{io}} : {{τ|io|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|ΧΧΧ}} -->
Γραμμή 55:
{{μτφ-τέλος}}
=={{
==={{
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}}
# η [[βδέλλα]]
# παρασιτικό ψάρι (οικογένεια Petromyzontidae) με στόμα που προσκολλάται στο θύμα του σαν βεντούζα και το απομυζά ({{βλ}} [[:w:en:Lamprey|Lamprey]] στην αγγλόφωνη Βικιπαίδεια)
===={{συγγενικά}}====
* [[βδάλλω]]
* [[βδάλσις]]
|