Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αλφαία < Αλφειός

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αλφαία θηλυκό

  1. η καταγόμενη, προερχόμενη από τον Αλφειό
  2. προσωνύμιο της θεάς Αρτέμιδος, από την ελληνική μυθολογία

  Μεταφράσεις επεξεργασία