Ετυμολογία

επεξεργασία
çengelli iğne < çengel & iğne

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /t͡ʃɛɳɟelˈli iː‿ˈnɛ/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

çengelli iğne (tr)