Αγγλικά (en) επεξεργασία

παραθετικά
θετικός worthless
συγκριτικός more worthless / worthlesser
υπερθετικός most worthless / worthlessest
Οι δεύτεροι τύποι, ανεπίσημοι ή αντικανονικοί.

  Ετυμολογία επεξεργασία

worthless < (κληρονομημένο) μέση αγγλική *worthles < αγγλοσαξονική weorþlēas. Μορφολογικά αναλύεται σε worth + -less. (μαρτυρείται από το 1577 περίπου)[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈwɜːθ.ləs/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈwɝːθ.ləs/ (ΗΠΑ)
 

  Επίθετο επεξεργασία

worthless (en)

Συνώνυμα επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

Παράγωγα επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. worthless - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)

  Πηγές επεξεργασία