souverain
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- souverain < μεσαιωνική λατινική superanus < superus (ανώτερος)
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | souverain | souverains |
θηλυκό | souveraine | souveraines |
souverain (fr)
- ο ηγεμόνας
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | souverain | souverains |
θηλυκό | souveraine | souveraines |
souverain (fr)