espacé
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | espacé | espacés |
θηλυκό | espacée | espacées |
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
espacé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | espacé | espacés |
θηλυκό | espacée | espacées |
espacé (fr)