abandonné
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.bɑ̃.dɔ.ne/
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | abandonné | abandonnés |
θηλυκό | abandonnée | abandonnées |
abandonné (fr)
- εγκαταλελειμμένος
- παραδομένος, παραδεδομένος (σε κάτι)
- έκθετος