χειμωνανθός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
χειμωνανθός αρσενικό
- (βοτανική, λουλούδι) φυτό, με προέλευση την Κίνα, που έχει μικρά κίτρινα φυτά και ανθίζει το χειμώνα (Chimonanthus praecox)
- (γενικότερα) χειμωνιάτικο άνθος, κάθε λουλούδι που ανθίζει μέσα στο χειμώνα
Μεταφράσεις επεξεργασία
χειμωνανθός