Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φρυγανιέρα οι φρυγανιέρες
      γενική της φρυγανιέρας
    αιτιατική τη φρυγανιέρα τις φρυγανιέρες
     κλητική φρυγανιέρα φρυγανιέρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φρυγανιέρα < φρυγανίζω

  Ουσιαστικό επεξεργασία

 
φρυγανιέρα

φρυγανιέρα θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία