υπερηχογραφικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- υπερηχογραφικός < υπερηχογραφ(ία) + -ικός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.peɾ.i.xoˈɣɾa.fikos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐περ‐η‐χο‐γρα‐φι‐κός
Επίθετο επεξεργασία
υπερηχογραφικός, -ή, -ό
- που έχει σχέση με υπερηχογραφία ή υπερηχογράφο ή αναφέρεται σ' αυτά
- ↪ υπερηχογραφική απεικόνιση
Μεταφράσεις επεξεργασία
υπερηχογραφικός