Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τρίχρωμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
τρίχρωμ
ος
η
τρίχρωμ
η
το
τρίχρωμ
ο
γενική
του
τρίχρωμ
ου
της
τρίχρωμ
ης
του
τρίχρωμ
ου
αιτιατική
τον
τρίχρωμ
ο
την
τρίχρωμ
η
το
τρίχρωμ
ο
κλητική
τρίχρωμ
ε
τρίχρωμ
η
τρίχρωμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
τρίχρωμ
οι
οι
τρίχρωμ
ες
τα
τρίχρωμ
α
γενική
των
τρίχρωμ
ων
των
τρίχρωμ
ων
των
τρίχρωμ
ων
αιτιατική
τους
τρίχρωμ
ους
τις
τρίχρωμ
ες
τα
τρίχρωμ
α
κλητική
τρίχρωμ
οι
τρίχρωμ
ες
τρίχρωμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
περιπλοκάδα η τρίχρωμη (Convolvulus tricolor)
Ετυμολογία
επεξεργασία
τρίχρωμος
<
τρι-
+
-χρωμος
Επίθετο
επεξεργασία
τρίχρωμος, -η, -ο
αυτός που φέρει τρία χρώματα
η σημαία της Ολλανδίας είναι
τρίχρωμη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τρίχρωμος
αγγλικά
:
tricolor
(en)
γαλλικά
:
tricolore
(fr)
ιταλικά
:
tricolore
(it)