σε χρόνο ντετέ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σε χρόνο ντετέ: στις φυσικές επιστήμες η απειροελάχιστη χρονική διάρκεια αναφέρεται ως dt (differential of time)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /se ˈxɾo.no deˈte/ (στα νέα ελληνικά, με γαλλική προφορά των γραμμάτων d, t)
Έκφραση επεξεργασία
σε χρόνο ντετέ
- σε απειροελάχιστο διάστημα χρόνου, πάρα πολύ γρήγορα
- έκανε τα μαθήματά της σε χρόνο ντετέ και βγήκε βόλτα με τις φιλενάδες της
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
σε χρόνο ντετέ
|