Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σαγόνι τα σαγόνια
      γενική του σαγονιού των σαγονιών
    αιτιατική το σαγόνι τα σαγόνια
     κλητική σαγόνι σαγόνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

σαγόνι < καθαρεύουσα σαγόνιον < αρχαία ελληνική σιαγόνιον υποκοριστικό της λέξης σιαγών

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /saˈɣo.ni/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σαγόνι ουδέτερο

  1. οι σιαγόνες, η άνω και κάτω γνάθος
    τα σαγόνια του καρχαρία
  2. το πιγούνι
    έχει θεληματικό σαγόνι

  Μεταφράσεις επεξεργασία