ραιβοϊπποποδία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /re.vo.i.po.po.ˈði.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ραι‐βο‐ιπ‐πο‐πο‐δί‐α
Ουσιαστικό
επεξεργασίαραιβοϊπποποδία θηλυκό
- (ιατρική) συγγενής παραμόρφωση του ποδιού, που εμφανίζεται συχνά κατά τη γέννηση και χαρακτηρίζεται από την παραμόρφωση του ποδιού (ο αστράγαλος, η φτέρνα και τα δάχτυλα είναι συστραμμένα και παραμορφωμένα)
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Clubfoot στην αγγλική Βικιπαίδεια
- βλαισοποδία
- πλατυποδία