πολύγωνος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πολύγωνος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική πολύγωνος < πολύ- + -γωνος
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /poˈli.ɣo.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πο‐λύ‐γω‐νος
- ομόηχο: πολύγονος
Επίθετο επεξεργασία
πολύγωνος, -η, -ο
Συγγενικά επεξεργασία
- πολύγωνο (ουδέτερο)
- πολυγωνικός
- → και δείτε τις λέξεις πολύς και γωνία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
πολύγωνος, -η, -ο
Παράγωγα επεξεργασία
- πολυγώνιος
- πολυγωνοειδής
- πολύγωνον (ουδέτερο)
Συγγενικά επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- πολύγωνος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πολύγωνος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.