πολυπύρηνος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πολυπύρηνος < → δείτε τις λέξεις πολυ- και πυρήνας, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική multicore
Επίθετο επεξεργασία
πολυπύρηνος, -η, -ο
- (υλικό υπολογιστή) επεξεργαστής (ΚΜΕ) με πολλούς πυρήνες, που ενσωματώνει πολλούς επεξεργαστές σε έναν
Αντώνυμα επεξεργασία
Υπώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
πολυπύρηνος