Δείτε επίσης: ὁπουδήποτε

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

οπουδήποτε < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ὁπουδήποτε, σημασιολογικό δάνειο από τη λατινική ubicumque < αρχαία ελληνική ὅπου + -δήποτε[1] Συγχρονικά αναλύεται σε όπου + -δήποτε.

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /o.puˈði.po.te/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ο‐που‐δή‐πο‐τε

  Επίρρημα επεξεργασία

οπουδήποτε (τοπικό επίρρημα)

οπουδήποτε κι αν το κρύψεις, θα το βρουν.

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία