οκτακισχιλιοστός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- οκτακισχιλιοστός < (ελληνιστική κοινή) ὀκτακισχιλιοστός
Αριθμητικό επεξεργασία
οκτακισχιλιοστός, -ή, -ό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τις λέξεις οκτακισχίλιοι, οκτώ και χίλια
Μεταφράσεις επεξεργασία
οκτακισχιλιοστός