νεορομαντισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- νεορομαντισμός < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική neoromanticism. Αναλύεται σε νεο- + ρομαντ- + -ισμός
Ουσιαστικό επεξεργασία
νεορομαντισμός αρσενικό
- (τέχνη) καλλιτεχνική κίνηση που εμφανίστηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα της οποίας κύρια χαρακτηριστικά είναι η νοσταλγία και η φαντασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
νεορομαντισμός
|