μπαμπουίνος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μπαμπουίνος < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική μπαμπουίνος < ιταλική babbuino < γαλλική babouin [1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ba.buˈi.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπα‐μπου‐ί‐νος
Ουσιαστικό επεξεργασία
μπαμπουίνος αρσενικό
- (θηλαστικό ζώο) μαϊμού του γένους Papio, της οικογένειας Κερκοπιθηκίδες (Cercopithecidae)
Άλλες μορφές επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- μπαμπουίνος - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].