μαγκάνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μαγκάνι | τα | μαγκάνια |
γενική | του | μαγκανιού | των | μαγκανιών |
αιτιατική | το | μαγκάνι | τα | μαγκάνια |
κλητική | μαγκάνι | μαγκάνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- μαγκάνι < (ελληνιστική κοινή) μάγγανον
Ουσιαστικό επεξεργασία
μαγκάνι ουδέτερο
- μηχανισμός για άντληση νερού
- κάθε μηχανισμός που σφίγγει