λουκουματζίδικο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- λουκουματζίδικο < λουκουματζής + -ίδικο
Ουσιαστικό επεξεργασία
λουκουματζίδικο ουδέτερο
- το κατάστημα όπου παρασκευάζονται ή/και σερβίρονται λουκουμάδες
Μεταφράσεις επεξεργασία
λουκουματζίδικο
|