Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

λογική στάθμη < → δείτε τις λέξεις λογικός και στάθμη < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική logic level

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

λογική στάθμη

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία