Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κειμενογλωσσολογία οι κειμενογλωσσολογίες
      γενική της κειμενογλωσσολογίας των κειμενογλωσσολογιών
    αιτιατική την κειμενογλωσσολογία τις κειμενογλωσσολογίες
     κλητική κειμενογλωσσολογία κειμενογλωσσολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

κειμενογλωσσολογία < κείμενο + -ο- + γλωσσολογία ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική text linguistics)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κειμενογλωσσολογία θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία