Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο καταναλωτής οι καταναλωτές
      γενική του καταναλωτή των καταναλωτών
    αιτιατική τον καταναλωτή τους καταναλωτές
     κλητική καταναλωτή καταναλωτές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

καταναλωτής < καταναλώνω + -τής

  Ουσιαστικό επεξεργασία

καταναλωτής αρσενικό (θηλυκό: καταναλώτρια)

Συγγενικά επεξεργασία

Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία