καλά ξυπνητούρια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- καλά ξυπνητούρια < → δείτε τη λέξη καλά (επίρρημα), ξυπνητούρια
Εκφράσεις επεξεργασία
καλά ξυπνητούρια (ειρωνικό)
- για κάποιον που ξυπνά ή σηκώνεται αργά, καθυστερημένα
- (μεταφορικά) για κάποιον που δεν αντιλαμβάνεται την κατάσταση ή πληροφορείται κάτι αργά, καθυστερημένα
Μεταφράσεις επεξεργασία
ξυπνητούρια, καλά ξυπνητούρια
|