ηλιοτυπία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ηλιοτυπία θηλυκό
- (τυπογραφία) μέθοδος εκτύπωσης με το άπλωμα ειδικού υλικού σε λιθογραφική πλάκα και έκθεση στον ήλιο
- (τυπογραφία) (κατ’ επέκταση) πρόχειρη εκτύπωση για τελική έγκριση πριν την παραγωγή