Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επιστήθιος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
επιστήθι
ος
η
επιστήθι
α
το
επιστήθι
ο
γενική
του
επιστήθι
ου
της
επιστήθι
ας
του
επιστήθι
ου
αιτιατική
τον
επιστήθι
ο
την
επιστήθι
α
το
επιστήθι
ο
κλητική
επιστήθι
ε
επιστήθι
α
επιστήθι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
επιστήθι
οι
οι
επιστήθι
ες
τα
επιστήθι
α
γενική
των
επιστήθι
ων
των
επιστήθι
ων
των
επιστήθι
ων
αιτιατική
τους
επιστήθι
ους
τις
επιστήθι
ες
τα
επιστήθι
α
κλητική
επιστήθι
οι
επιστήθι
ες
επιστήθι
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
επιστήθιος
< (
ελληνιστική κοινή
)
ἐπιστήθιος
<
ἐπί
+
στῆθος
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
e.piˈsti.θi.os
/
Επίθετο
επεξεργασία
επιστήθιος, -α, -ο
που φοριέται ή καλύπτει το
στήθος
επιστήθιο
κόσμημα
καρδιακός
, πολύ αγαπημένος
επιστήθιος
φίλος
Συγγενικά
επεξεργασία
επιστήθιο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
επιστήθιος
γαλλικά
:
επιστήθιο κόσμημα
:
pectoral
(fr)
,
επιστήθιος φίλος
:
ami
(fr)
de
coeur
(fr)