Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επισκέπτρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
επισκέπτρι
α
οι
επισκέπτρι
ες
γενική
της
επισκέπτρι
ας
των
επισκεπτρι
ών
αιτιατική
την
επισκέπτρι
α
τις
επισκέπτρι
ες
κλητική
επισκέπτρι
α
επισκέπτρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
επισκέπτρια
<
επισκέπτης
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
επισκέπτρια
θηλυκό
θηλυκό
του
επισκέπτης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
επισκέπτρια
αγγλικά
:
visitor
(en)
γαλλικά
:
visiteuse
(fr)