Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εκσφαλματώνω < απο- + σφάλμα + -ώνω ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική debug)

  Ρήμα επεξεργασία

εκσφαλματώνω

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία