Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το δαμάλι τα δαμάλια
      γενική του δαμαλιού των δαμαλιών
    αιτιατική το δαμάλι τα δαμάλια
     κλητική δαμάλι δαμάλια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

δαμάλι < μεσαιωνική ελληνική δαμάλι(ν) < (ελληνιστική κοινήδαμάλιον < αρχαία ελληνική δάμαλις < δαμάζω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *demh₂- (δαμάζω, εξημερώνω)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δαμάλι ουδέτερο

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία