γραμμοϊσοδύναμος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- γραμμοϊσοδύναμος < γραμμή + -ο- + ισοδύναμος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική row-equivalent)
Επίθετο επεξεργασία
γραμμοϊσοδύναμος, -η, -ο
- (μαθηματικά) που αφορά τη σχέση δύο πινάκων, που οι γραμμικές εξισώσεις σε κάθε σειρά του ενός πίνακα έχουν αντιστοιχία λύσεων στην ίδια σειρά του άλλου πίνακα
- Έστω οι πίνακες A, B ∈M n. Θα λέμε ότι ο πίνακας Α είναι γραμμοϊσοδύναμος με τον Β, εάν ο Β προκύπτει από τον Α μέσα από μια πεπερασμένη ακολουθία στοιχειωδών μετασχηματισμών γραμμών (ή στηλών). (Τμήμα Οικονομικών Επιστημών - Πανεπιστήμιο Πατρών)
Μεταφράσεις επεξεργασία
γραμμοϊσοδύναμος