Δείτε επίσης: γαλέος

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική γαλεός οἱ γαλεοί
      γενική τοῦ γαλεοῦ τῶν γαλεῶν
      δοτική τῷ γαλε τοῖς γαλεοῖς
    αιτιατική τὸν γαλεόν τοὺς γαλεούς
     κλητική ! γαλεέ γαλεοί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  γαλεώ
γεν-δοτ τοῖν  γαλεοῖν
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

γαλεός < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γαλεός

  Πηγές επεξεργασία