Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βραδυαρρυθμία οι βραδυαρρυθμίες
      γενική της βραδυαρρυθμίας των βραδυαρρυθμιών
    αιτιατική τη βραδυαρρυθμία τις βραδυαρρυθμίες
     κλητική βραδυαρρυθμία βραδυαρρυθμίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

βραδυαρρυθμία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική bradyarrhythmia < αρχαία ελληνική βραδύς + ἀρρυθμία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βραδυαρρυθμία θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία