βοσνιακός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /voz.ni.aˈkos/ & /vo.sni.aˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βο‐σνι‐α‐κός
Επίθετο επεξεργασία
βοσνιακός, -ή, -ό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη Βοσνία
Μεταφράσεις επεξεργασία
βοσνιακός
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ βοσνιακός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας