βαθύπεδων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
βαθύπεδων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του βαθύπεδος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους (βαθύπεδη) του βαθύπεδος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους (βαθύπεδο) του βαθύπεδος
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
βαθύπεδων ουδέτερο