βαθμός Ρίχτερ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- βαθμός Ρίχτερ < → δείτε τη λέξη βαθμός και τον αμερικανό Τσαρλς Ρίχτερ
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαβαθμός Ρίχτερ αρσενικό
- (σεισμολογία) μονάδα μέτρησης μεγέθους σεισμού στην κλίμακα Ρίχτερ
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία βαθμός Ρίχτερ
|