Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σεισμολογία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
σεισμολογί
α
οι
σεισμολογί
ες
γενική
της
σεισμολογί
ας
των
σεισμολογι
ών
αιτιατική
τη
σεισμολογί
α
τις
σεισμολογί
ες
κλητική
σεισμολογί
α
σεισμολογί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σεισμολογία
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σεισμολογία
θηλυκό
η
επιστήμη
που μελετά το φαινόμενο των
σεισμών
και τη διάδοση των σεισμικών κυμάτων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σεισμολογία
αγγλικά
:
seismology
(en)
γαλλικά
:
sismologie
(fr)
γερμανικά
:
Seismologie
(de)