αυτοσχεδιασμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αυτοσχεδιασμός < αρχαία ελληνική αὐτοσχεδιασμός
Ουσιαστικό επεξεργασία
αυτοσχεδιασμός αρσενικό
- η ενέργεια και το αποτέλεσμα του αυτοσχεδιάζω
- Η ανάγκη του ανθρώπου για αυτοσχεδιασμό είναι σίγουρα συνυφασμένη με την ανάγκη για έκφραση και την έμφυτη δημιουργικότητά του.
- το αυτοσχέδιο δημιούργημα
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τις λέξεις αυτοσχέδιος, αυτός, σχέδιο και έχω
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αυτοσχεδιασμός