αποκρυπτογραφήσεις
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
αποκρυπτογραφήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποκρυπτογραφώ
- θα αποκρυπτογραφήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποκρυπτογραφώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
αποκρυπτογραφήσεις θηλυκό