αντιφιλελεύθερος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντιφιλελεύθερος < αντι- + φιλελεύθερος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική antiliberal)
Επίθετο επεξεργασία
αντιφιλελεύθερος
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντιφιλελεύθερος
αντιφιλελεύθερος